Νέα Γη

Νέα Γη
I
(Newfoundland). Νησί (112.300 τ. χλμ., 175.500 κάτ.) του ανατολικού Καναδά, στον Ατλαντικό ωκεανό, μεταξύ των χερσονήσων του Λαμπραντόρ προς Β - Δ και της Νέας Σκοτίας προς Ν - Δ. Παρουσιάζει βαθιούς μυχούς, κατά ένα μέρος παγετωνικής προέλευσης, και οι μεγαλύτερες χερσόνησοι της είναι η Γκρέιτ Νόρθερν, η Άβαλον και η Μπιούριν. Συνοδεύεται από διάφορα νησιά, όπως η Φόγκο Νιου Γουόρλντ και η Μερασίν. Στο εσωτερικό παρουσιάζει σειρά υψιπέδων, που ανέρχονται από τα Α προς τα Δ, με υψηλότερη κορυφή το όρος Γκρος Moρν (810 μ.) της οροσειράς Λονγκ Ρέιντζ Μάουντενς. Κυριότεροι ποταμοί είναι ο Χάμπερ, ο Μέιν Γκάντερ και ο Εξπλόιτς Ρίβερ. Πολυάριθμες είναι οι λίμνες, μεταξύ των οποίων η Μεγάλη Λίμνη, η Ρεντ Ίντιαν Λέικ, η Μισέλ, η Ντιρ, η Μιλπέγκ. Ο αραιός πληθυσμός ζει κυρίως στις παράκτιες λωρίδες και ασχολείται με την αλιεία, την κονσερβοποιία ψαριών, την εκμετάλλευση των δασών, τη χαρτοποιία, την επεξεργασία ξύλου, την εξόρυξη σιδήρου, μολύβδου και αργύρου, την κτηνοτροφία προβατοειδών και λιγότερο με τη γεωργία (κηπευτικά, πατάτες, δημητριακά και κτηνοτροφές). Κυριότερη πόλη είναι η Σεντ Τζονς (96.216 κάτ.) στη χερσόνησο Άβαλον ακολουθούν η Σανέλ-Πορτ ο Μπασκ, η Γκάντερ και η Κόρνερ Μπρουκ. Η Ν.Γ. αποτελεί την ομώνυμη καναδική επαρχία (405.720 τ. χλμ., 569.200 κάτ.), που περιλαμβάνει όμως και ένα εκτεταμένο τμήμα του ανατολικού Λαμπραντόρ. Το κλίμα, τόσο στη Ν.Γ. όσο και στο Λαμπραντόρ, είναι αρκετά δριμύ εξαιτίας της επίδρασης του ψυχρού ρεύματος του Λαμπραντόρ. Βρετανική κτήση στην αρχή, η Ν.Γ. προσαρτήθηκε αργότερα στον Καναδά το 1949. Το ατλαντικό Λαμπραντόρ, ο πληθυσμός του οποίου ασχολείται με την αλιεία, την εκμετάλλευση των δασών και την εξόρυξη σιδήρου, είχε αποτελέσει στην αρχή μέρος της αποικίας της Ν.Γ. έως το έτος 1774· ύστερα μεταβιβάστηκε στον Καναδά, για να επανέλθει στη Ν.Γ. το έτος 1809.
Νέα Γη. Άποψη της Σαιντ Τζων’ς, που βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του νησιού, αλιευτικού λιμανιού και έδρας βιομηχανιών κονσερβοποίησης ψαριών. Ο αρχικός πυρήνας της πόλης Σαιντ Τζων’ς είναι ένας από τους πιο παλιούς της Βόρειας Αμερικής και χρονολογείται από το 1583. Στην πόλη λειτουργούν αξιόλογα ανώτερα εκπαιδευτήρια, ανάμεσα στα οποία και ονομαστό ινστιτούτο ιχθυολογίας.
II
(Novaya Zemlya). Αρχιπέλαγος (82.600 τ. χλμ.) της Ρωσίας στον Βόρειο Παγωμένο ωκεανό, το οποίο αποτελεί το βορειοανατολικό τμήμα της επαρχίας Αρχαγγέλου.
Το αρχιπέλαγος αποτελείται από δύο μεγάλα νησιά και από πολυάριθμους σκοπέλους και μικρότερα νησάκια. Τα δυο μεγαλύτερα νησιά, που χωρίζονται από το στενό Ματότσκιν Σαρ, αντιπροσωπεύουν, μαζί με το νησί Βάιγκατς, από το οποίο χωρίζονται με το στενό Κάρα - έναν στενό θαλάσσιο βραχίονα που συνδέει τη θάλασσα Κάρα με την Μπάρεντς - την άμεση προέκταση στα Β της παλαιοζωικής αλυσίδας των Ουραλίων. Τα νησιά είναι ορεινά και λοφώδη. Το βόρειο, που μαζί με τα γύρω νησάκια καλύπτει 45.000 τ. χλμ., είναι το ψηλότερο, με κορυφές που ξεπερνούν τα 1.000 μ. και καλύπτεται κατά μεγάλο μέρος, από αιώνιους πάγους· στο νότιο νησί, το οποίο είναι πολύ πιο χαμηλό, κυριαρχεί η τούνδρα.
Ο πληθυσμός περιορίζεται σε μερικές εκατοντάδες κατοίκων που ασχολούνται με την αλιεία και το κυνήγι των γουνοφόρων ζώων.
Το κλίμα είναι αρκτικού τύπου, πάρα πολύ ψυχρό, με άφθονες χιονοπτώσεις. Οι συνθήκες αυτές του περιβάλλοντος, δυσμενείς για την εγκατάσταση ανθρώπου, και η δυσκολία της εκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών (δε λείπουν ο χαλκός, ο μόλυβδος και οι πυρίτες, αλλά η εξόρυξή τους θα ήταν πάρα πολύ δαπανηρή) κάνουν τη Νοβάγια Ζεμλιά μια περιοχή με μηδαμινό οικονομικό ενδιαφέρον. Αυτό εξηγεί γιατί, αν και ήταν γνωστή από το 16o αι., δεν εξερευνήθηκε παρά μόνο τον 19o αι. και δεν είναι ακόμα τελείως γνωστή σε όλα τα τμήματά της.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Νέα — Νέᾱ , Νέη fem nom/voc/acc dual Νέᾱ , Νέη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νέα — νέα, ἡ (Α) βλ. νειός …   Dictionary of Greek

  • νέα — ναῦς ship fem acc sg (epic ionic) νέᾱ , νέα fem nom/voc/acc dual νέᾱ , νέα fem nom/voc sg (attic doric aeolic) νέος young neut nom/voc/acc pl νέᾱ , νέος young fem nom/voc/acc dual νέᾱ , νέος young fem nom/voc sg (attic doric ionic aeolic)… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νέᾳ — νέαι , νέα fem nom/voc pl νέᾱͅ , νέα fem dat sg (attic doric aeolic) νέαι , νέομαι go pres ind mp 2nd sg (epic ionic) νέαι , νέομαι go pres ind mp 2nd sg (epic ionic) νέαι , νέος young fem nom/voc pl νέᾱͅ , νέος young fem dat sg (attic doric… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νέα, Τα — Καθημερινή απογευματινή εφημερίδα της Αθήνας με εκδότη τον Δημήτριο Λαμπράκη (1930). Αρχικά εκδιδόταν με τον τίτλο Αθηναϊκά Νέα, που τον διατήρησε έως την απελευθέρωση από τους Γερμανούς. Από το 1970 εκδίδεται ως ιδιοκτησία του δημοσιογραφικού… …   Dictionary of Greek

  • Νέᾳ — Νέαι , Νέη fem nom/voc pl Νέᾱͅ , Νέη fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νέα Ζηλανδία — Νησιωτικό κράτος της Ωκεανίας, στον Ειρηνικό ωκεανό, κάτω από τον Τροπικό του Αιγόκερω, ΝΑ της Αυστραλίας.Την επικράτεια της Ν. Ζ. απαρτίζουν τα δύο μεγαλύτερα νησιά (βόρειο νησί και νότιο νησί), το μικρό νησί Στιούαρτ και πολλά μικρότερα νησιά.… …   Dictionary of Greek

  • Νέα Μονή — Βυζαντινό μοναστήρι στην κοινότητα Καρυών της Χίου, στο Προβάτιον όρος, αφιερωμένο στην Παναγία. Η Ν.Μ. ιδρύθηκε τον 11ο αι. και είναι περίφημη προπάντων για τον ψηφιδωτό διάκοσμο του καθολικού της. Κατά την παράδοση, επιβεβαιώμενη και από… …   Dictionary of Greek

  • Νέα Καμένη — Néa Kaméni Néa Kaméni Νέα Καμένη (el) Vue aérienne de Néa Kaméni. Géographie Pays …   Wikipédia en Français

  • Νέα Γουϊνέα — (μαλαϊκά Ιριάν, αγγλ. New Guinea). Νησί (785.000 τ. χλμ.), το μεγαλύτερο του Ειρηνικού ωκεανού και το δεύτερο του κόσμου μετά τη Γροιλανδία. Βρίσκεται στα Β της Αυστραλίας (πιθανότατα αποτελούσε μέρος της έως την πλειστόκαινο εποχή), από την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”